Νέα
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Θεσμικό πλαίσιο για τη δημιουργία καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας» |
Τρίτη, 07 Ιούνιος 2016 14:13 |
Αναμφίβολα, βασικός μοχλός υποστήριξης της αναπτυξιακής πολιτικής είναι το Πρόγραμμα των Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο κατά τις προηγούμενες περιόδους διέθεσε συνολικά το 2004 περίπου 9,5 δις, ενώ το 2011 το ποσό ανήλθε στα 6,6 δις. Ωστόσο, μέσα στο καθεστώς δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας, από το 2009 έως σήμερα, το ΠΔΕ έχει απωλέσει περίπου 20 δις σωρευτικά, γεγονός που είχε ασφαλώς αρνητική επίδραση στην αναπτυξιακή δυναμική και την αδυναμία ανάσχεσης του υφεσιακού κύματος που ακολούθησε τη δημοσιονομική προσαρμογή. Εν τω μεταξύ, στο σύνολο της οικονομίας ο δείκτης σχηματισμού ακαθάριστου παγίου εξοπλισμού υποχώρησε πάνω από 100 μονάδες βάσης από το 2005 έως το 2015, ήτοι μειώθηκαν οι επενδύσεις πάνω από 30δις. Επιπλέον, ο δείκτης χρησιμοποίησης εργοστασιακού δυναμικού (δείκτης που καταγράφει ουσιαστικά το πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό που βρίσκεται σε αδράνεια) σημειώνει χαμηλά ποσοστά αγγίζοντας το 65% μεσοσταθμικά στους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, με τις μικρές επιχειρήσεις να βρίσκονται σε πολύ χαμηλότερα όρια (50-55% σύμφωνα με κλαδικές έρευνες της ΕΤΕ και του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ). Παρά το γεγονός ότι τα προηγούμενα χρόνια, και ιδιαίτερα τις περιόδους που η οικονομία κατέγραψε υψηλά επίπεδα ανάπτυξης, ο πολλαπλασιαστής των δημοσίων επενδύσεων δεν πέτυχε υψηλούς ρυθμούς συνεισφοράς στη μεγέθυνση του ΑΕΠ, ο αναπτυξιακός νόμος ήταν ένα σημαντικό εργαλείο μόχλευσης και παροχής ρευστότητας σε επιχειρήσεις. Ασφαλώς, η αποτυχία των 2 τελευταίων αναπτυξιακών νόμων να κλείσουν με ολοκλήρωση όλων των εγκεκριμένων σχεδίων, τόσο λόγω της κρίσης που ενέσκηψε, όσο και εξ αιτίας του ατελούς σχεδιασμού, εγείρει ερωτηματικά για τη διάρθρωση και την αξιολόγηση των τότε εγκεκριμένων επενδύσεων. Αλλά τούτο δεν ακυρώνει ένα σημαντικό πυλώνα ενεργούς πρόκλησης επιχειρηματικών και επενδυτικών πρωτοβουλιών, που αν λειτουργήσει συνδυαστικά με την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, δύναται να δημιουργήσει όρους ταχείας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα άλλωστε με εκτιμήσεις επιστημονικών φορέων, για την ανάταξη της οικονομίας απαιτείται ένα επενδυτικό πλάνο προσέλκυσης 15-20 δις ετησίως, το οποίο θα πρέπει να προκληθεί τόσο από δημόσιες αλλά και ιδιωτικές παρεμβάσεις. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι βασικός πυλώνας στην αναπτυξιακή διαδικασία αποτελούν αναμφισβήτητα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα εκείνες που μπορούν να συνδυάσουν την οικονομία γνώσης, καινοτομίας και αύξησης απασχόλησης- δηλαδή οι επιχειρήσεις που έχουν ένα μακρόπνοο ορίζοντα ανάπτυξης. Σε μια περίοδο που η πλειονότητα των μικρών επιχειρήσεων, που παράγουν το 87% των θέσεων απασχόλησης (και ιδιαίτερα καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό απορρόφησης των νεοεισερχόμενων και δημιουργίας νέων θέσεων σύμφωνα και με έρευνα της Ευρ. Επιτροπής, 2011) και το 75% της προστιθέμενης αξίας (βλέπετε πίνακα) έχουν περιορισμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση, ενώ παράλληλα εξωστρεφείς επιχειρήσεις πλήττονται από τον κίνδυνο της χώρας και τη συσταλτική οικονομική πολιτική, η ενίσχυση βιώσιμων επενδυτικών σχημάτων πρέπει να αποτελεί μια σταθερή οικονομική επιλογή. Ο Αναπτυξιακός Νόμος πρέπει να λαμβάνει υπόψη την οικονομική πραγματικότητα και να προσαρμόζεται στα ειδικά χωρικά, επιχειρηματικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά της χώρας. Παραμένει ωστόσο αμφίβολο και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί κατά πόσο ο δημοσιονομικός διορθωτής δεν θα επιδράμει κατά προτεραιότητα αν χρειαστεί σε αυτήν την κρίσιμη για την εθνική οικονομία κατηγορία δημόσιας δαπάνης.
Θεσμικό πλαίσιο Είναι σαφές ότι η νομοθέτηση ενός συνόλου επενδυτικών προγραμμάτων δε σηματοδοτεί αυτόματα την επιστροφή σε αναπτυξιακή τροχιά, είναι όμως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποκατάσταση του κλίματος εμπιστοσύνης στην αγορά. Κατά μια έννοια, υπό κανονικές συνθήκες, οι φορείς της αγοράς και οι επενδυτές θα πρέπει να σχεδιάζουν με βάση ένα τακτικό πρόγραμμα ενισχύσεων- χρηματοδότησης, το οποίο θα ανακοινώνεται κάθε 3-4 χρόνια και θα προσαρμόζεται στο στρατηγικό σχεδιασμό παραγωγικής κατεύθυνσης της χώρας και τις σύγχρονες εξελίξεις στο διεθνές και εγχώριο μακροοικονομικό και τεχνολογικό περιβάλλον. Παράλληλα, ο επενδυτικός-αναπτυξιακός νόμος σαφέστατα πρέπει να συνοδευτεί από μια σειρά διευθετήσεων στο πεδίο της καθιέρωσης σύγχρονων χρηματοδοτικών εργαλείων και μορφών οργάνωσης της χρηματοδότησης (τα οποία θα πρέπει να αποτελέσουν μέρος της αναπτυξιακής διαδικασίας). Οι δυνατότητες που προσφέρουν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί σε συνδυασμό με τα εθνικά και ευρωπαϊκά εργαλεία πρέπει να αξιοποιηθούν στο ακέραιο. Αξιολόγηση Η πρόταση εισαγωγής του συγκεκριμένου πλαισίου για το νέο Αναπτυξιακό Νόμο περιλαμβάνει επί της αρχής θετικές πτυχές, όπως είναι η εισαγωγή φορολογικών κινήτρων με μνεία σε σταθερό φορολογικό περιβάλλον, η ενίσχυση συνεργατικών σχηματισμών με κίνητρα συνεργιών, η ενίσχυση επιχειρήσεων με δυναμική εξωστρέφειας, η σύνδεση θετικής αξιολόγησης των σχεδίων με τη δημιουργία και διατήρηση θέσεων απασχόλησης, η διασύνδεση των εγκεκριμένων σχεδίων με τις διαδικασίες ταχείας αδειοδότησης- στις Στρατηγικές επενδύσεις. Επιπλέον, θα πρέπει να αναφερθεί ότι είναι θετική η διεύρυνση των δικαιούχων στο πεδίο της καινοτομίας, στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας, στις συνεταιριστικές μορφές επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένου του αγροδιατροφικού τομέα. Επί της ουσίας, όμως και στην πραγματική του εκδοχή- όχι στη διακηρυκτική του οπτική- φαίνεται να αποκλείει όλες εκείνες τις ομάδες- στόχους, στους οποίους κατ΄ αρχήν ο νομοθέτης επικαλείται για την εισαγωγή του Αναπτυξιακού Νόμου. Τα κριτήρια υπαγωγής στον Αναπτυξιακό Νόμο προσομοιάζουν σε ένα καλοφτιαγμένο παζλ αποκλεισμού της συντριπτικής πλειονότητας των επιχειρήσεων, είτε πρόκειται για νέες, για παραδοσιακές, για καινοτόμες, εντάσεως εργασίας ή κεφαλαίου. Τα σωρευτικά κριτήρια της τήρησης βιβλίων Γ’ κατηγορίας οδηγούν σε μεγαλύτερη συγκεντροποίηση και ομογενοποίηση της αγοράς. Άραγε, ποιος ο λόγος να διαμορφωθεί ένα cluster8 επιχειρήσεων αν η κάθε επιχείρηση που το απαρτίζει είναι κερδοφόρα επί 7 χρόνια, δηλαδή όταν σημειώνει αυτόνομα κέρδη σε ένα περιβάλλον ύφεσης κατά 25%; Άραγε, για ποιο λόγο αποκλείεται το 85% των Μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσα από ένα πλαίσιο αλληλοαναιρούμενων κριτηρίων; Στη σημερινή του εκδοχή και δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες, πρόκειται για ένα νομοσχέδιο – που ενώ στη βάση των διακηρύξεων του είναι στοχευμένο στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις-, ελάχιστες εξ αυτών θα είναι σε θέση να υποβάλλουν φακέλους υποψηφιότητας, στη μοναδική κατηγορία ενισχύσεων που εμπίπτουν σύμφωνα με το άρθρο 5.1γ. Επί της διαδικασίας εφαρμογής πρέπει να λυθούν κάποια επιπρόσθετα προβλήματα δημοσιότητας και διαχείρισης. Απαιτείται μια συγκροτημένη προσπάθεια κωδικοποίησης και απλοποίησης των δικαιούχων ανά κατηγορία ενίσχυσης, γεωγραφική περιοχή και κλάδο, διότι ο υποψήφιος επενδυτής αντιμετωπίζει στην υφιστάμενη δομή του ένα πολύπλοκο σύστημα κατάταξης, χωρίς κατευθύνσεις ως προς την άριστη επιλογή του κατάλληλου χρηματοδοτικού σχήματος. Παράλληλα, υποχρεούται να αναμένει την εξειδίκευση διατάξεων του Νόμου με επιπρόσθετες υπουργικές αποφάσεις και δευτερογενή νομοθεσία. Τούτο οδηγεί σε αύξηση του διοικητικού κόστους των επιχειρήσεων εξ αιτίας της προκληθείσας ανάγκης διαρκούς προσφυγής σε εξωτερικούς αξιολογητές και συμβούλους του επενδυτικού του σχεδίου. Οι προτάσεις της ΓΣΕΒΕΕ επί των άρθρων έχουν ως ακολούθως: ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΣΕΒΕΕ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ
|